Αν θέλετε άμεση δημoκρατία, παρακαλώ περιμένετε...

Aμφιβάλλω αν έχει υπάρξει πιο ταλαιπωρημένη έννοια στον πολιτικό λόγο από αυτήν της δημοκρατίας. Οι πιο πολλοί αναλώνονται στην ετυμολογική ανάλυση, σύνφωνα με την οποία οι πολίτες (“δήμος”) ασκούν την πολιτική εξουσία (“κράτος”) στην πόλη. Κι ενώ λίγοι θα διαφωνήσουν με το ήθος της δημοκρατίας κατά Δημοσθένη (συμπόνοια για τον αδύναμο, απαγόρευση άσκησης βίας, απόρριψη κατάχρησης εξουσίας και υποτέλειας των μαζών στους ισχυρούς), οι πιο πολλοί θα απορήσουν για την σχέση όλων αυτών με το διασκεδαστικό πανηγύρι, το οποίο ονομάζεται εκλογές της ____________ (βάλτε εδώ την κατάλληλη ημερομηνία). Με δεδομένη την απογοήτευση του σημερινού πολίτη προς την σύγχρονη δημοκρατία, ο πολιτικός λόγος αναβαπτίζει την δημοκρατία με συμπαθείς όρους προκειμένου να ξαναδελεαστούν οι μάζες μεν με κάτι γνώριμο (την δημοκρατία) εμπλουτισμένη όμως με κάτι “καινούργιο”, δηλαδή με περίπου 40 κοσμητικά επίθετα (π.χ. Κλασσική, κοινοβουλευτική, βασιλευόμενη, ισλαμική, συμμετοχική, e-δημοκρατία κ.λ.π.). Αφού λοιπόν η δημοκρατία πέρασε από 40 κύματα, μήπως πρέπει να ξαναγίνει απλή και άμεση?



Δεν είναι σκοπός μου να επιδοθώ σε στείρα αρχαιολατρία, όμως στο σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας, η αποκαλούμενη εκ των υστέρων κλασσική δημoκρατία ήταν μία φωτεινή λυχνία, την οποία κατασκεύασε ο Σόλων κι άναψε ο Κλεισθένης ως “προστάτης του Δήμου” το 507 π.Χ. Με βάση τις θεμελιώδεις αρχές της ισηγορίας (ισότητα δικαιωμάτων λόγου) και της ισονομίας (όλοι οι πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου , κριτήριο για την υπηκόοτητα του πολίτη δεν ήταν πλεόν η φυλή και το γένος αλλή η εντοπιότητα. Οι 10 τεχνητές φυλές κατήργησαν τις 4 παραδοσιακές και χωρίστηκαν σε 3 μέρη, τις «τριττύες», οι οποίες χωρίστηκαν ανά 10 σε 3 τομείς : δέκα «περί το άστυ», δέκα «παράλιες» και δέκα «μεσόγειες». Κάθε φυλή είχε 3 τριττύες, 1 από κάθε τομέα. Με μειωμένη την επίδραση των παλιών φυλών, δημιουργήθηκαν 140 δήμοι, από τους οποίους οι κάτοικοι έπαιρναν το όνομα τους. Η Εκκλησία του Δήμου έστελνε από 50 βουλευτές στην βουλή των 500 με κλήρο, στην οποία προέδρευε εναλλάξ κάθε μία από τις 10 φυλές για 35 μέρες. Προκειμένου να μην υπάρξει ενδεχόμενο τυρρανίας, ο άρχων του Συμβουλίου αναδεικνυόταν από την βουλή των 500 με κλήρο και άλλαζε κάθε ημέρα και προφανώς αποτελεί την έμπνευση των σημερινών δημοσκοπήσεων, οι οποίες ρωτούν στην οδό Ερμού “Τι θα κάνατε αν ήσασταν πρωθυπουργός για 1 μέρα”?. Μέτοικοι και απελεύθεροι (πρώην δούλοι που απελευθερώθηκαν από τον κύριό τους) αποκτήσαν δικαιώματα αθηναίου πολίτη και 3 από τις 4 τάξεις είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Για την πιο φτωχή τάξη των Θητών (ημερομίσθιοι εργάτες) ίσχυε το όπου φτωχός κι η μοίρα του. Μετά την εφαρμογή αυτών των μέτρων, χάθηκε ο Κλεισθένης από την πολιτική ζωή και μαζί του η “κλασσική” δημoκρατία.

Καθώς οι δημοκρατίες λειτουργούν πολύ καλλίτερα παρουσία κάποιου εξωτερικού εχθρού (κρατήστε το αυτό-όπως μας είχε πει σοφά λαικός αοιδός σε σκυλάδικο του Λουτρακίου), ο περσικός επεκτατισμός του Ξέρξη συσπείρωσε τους ¨Ελληνες γύρω από την Συμμαχία της Δήλου, της οποίας ηγείτο η Αθήνα, δηλαδή ο Αθηναίος στρατηγός Περικλής. Αυτός ο Χρυσός Αιώνας, ο οποίος κράτησε μόλις 31 χρόνια αποτελεί και τον αυτόματο πιλότο, ο οποίος και έχει αναλάβει το πηδάλιο αυτής της χώρας έκτοτε. Οι τέχνες, οι επιστήμες, η λογοτεχνία σε συνδυασμό με μεγαλειώδη μνημεία και την συνέχιση της δημοκρατίας του Κλεισθένη έθεσαν τις βάσεις του Δυτικού πολιτισμού και τον λόγο για τον οποίο συνεχίζουμε να υφιστάμεθα στον παγκόσμιο χάρτη όχι ως πόλη-κράτος πια αλλά ως κράτος-ανάμηση. Βεβαίως, αν ισχύουν οι μελέτες των Andrewes (1967) & P.Anderson (1974), η αναλογία 3:2 μεταξύ σκλάβων και πολιτών την εποχή του Περικλη (ισοδυναμεί με περίπου 80-100.000 σκλάβους), η φορολογία, την οποία υπέστησαν τα υπόλοιπα μέλη της Δήλειας Συμμαχίας και ο περιορισμός των γυναικών στον ευρύχωρο γυναικωνίτη ίσως να μην ήταν καταστάσεις γνωστές διεθνώς σε πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι μιλάνε συνεχώς για δημοκρατία ή στην χειρότερη περίπτωση για ανάγκη εκδημοκρατισμού.

Την σημερινή εποχή έχουμε το Διαδίκτυο και την επίπνευση ενός είδους Δημοκρατίας, το οποίο είναι σε θέση να εμπνεύσει αλλά κι ίσως να γίνει μέσο εξαπάτησης για κόσμο, ο οποίος δεν ξέρει που είναι στον χάρτη η Ελλάδα (και ίσως ήθελε να μάθει). Η άμεση δημοκρατία χρειάζεται πολίτες , οι οποίοι όχι μόνο θα εκλέγουν αλλά και θα ανακαλούν όποτε πρέπει τους αντιπροσώπους τους αντί να γκρινιάζουν και να τους γλωσσοκοπανούν τρώγοντας μεζέδες σε Κυριακάτικες συναντήσεις με “φιλικά” ζευγάρια. Πάνω από τις ήδη υπάρχουσες πυραμιδοειδείς μορφές του Δημοτικού, Νομαρχιακού Συμβουλίου και της Βουλής των 300 θα ήταν πιο παραγωγικό να μην κρέμεται η δαμόκλειος σπάθη της προελογικής εκστρατείας αλλά ούτε και της ανάγκης βολέματος των ψηφοφόρων σε βάρος των συμπολιτών τους, οι οποίο διέθεταν μικρότερο βύσμα.¨Οσοι πολίτες έχουν διάθεση να προσφέρουν σε οποιαδήποτε κρατική εξουσία, λογικά θα το έπρατταν χωρίς την ανάγκη ειδικών προνομίων. Η εικόνα πολιτευτών, οι οποίοι τάζουν ενώ ταυτόχρονα συνομιλούν σε 3 κινητά δεν είναι κολακευτική για κανέναν και θέτει σε αμφισβήτηση την δυνατότητα παραγωγής οποιουδήποτε έργου. Για τους υπόλοιπους, οι οποίοι δεν θέλουν να έχουν ανάμιξη με τα κοινά παρόλο που ζουν εντός κοινωνίας, θα αποτελούσε μεγάλο κίνητρο το δικαίωμα ψήφου (ηλεκτρονικής?) για κάθε ζήτημα το οποίο συνδέεται αντιστοίχως με φόρο που υποχρεώνεται να πληρώσει. Εφόσον το κύριο πρίσμα θέασης της ζωής μας είναι το οικονομικό θα έπρεπε να έχουμε τουλάχιστον την θέληση να συμμετέχουμε στην διαμόρφωση οποιασδήποτε εξουσίας συγκεντρώνει ένα χρηματικό αντίτιμο υπό την μορφή της φορολογίας. Σταματάω πριν κατηγορηθώ για χαζοβιόλικο ουτοπισμό, πριν αναγκαστώ να σας απαντήσω πως πάσχουμε από το σύνδρομο της «μαθημένης ανικανότητας» (learned-helplessness syndrome) και τελικά καταλήξουμε παρέα να διαβάζουμε βιβλία αυτοβοήθειας αμερικανών συγγραφέων με τέλεια οδοντοστοιχία.

Αν κάποτε υπήρξε τέλειο πολίτευμα, ίσως η δημοκρατία επί Κλεισθένη να πληρούσε τις προυποθέσεις. Ταυτόχρονα θα έπρεπε όμως να μας βάζει σε σκέψεις ο βαθμός και ο λόγος για τον οποίο έχει αποκλίνει τόσο πολύ η έννοια της δημοκρατίας, έτσι ώστε μετά από 40 προσδιορισμούς και 2.500 χρόνια εξέλιξης ακόμα παιδευόμαστε να την κατανοήσουμε και να την εφαρμόσουμε. 'Ισως είναι πολύ επίπονη η παραδοχή πως δεν υπάρχει τέλειο πολίτευμα και γι αυτό είναι και πιο γλυκιά η καραμέλλα (του κλαμπ επί της Συγγρού συμπεριλαμβανομένου) που μας προσφέρουν όσοι μιλούν συνεχώς και αορίστως για δημοκρατικές διαδικασίες. Αυτοί γλύφουν εμάς κι εμείς την καραμέλλα τους. Δυστυχώς μία τέτοια παραδοχή θα σήμαινε πως δεν είμαστε και τόσο σωστοί πολίτες τελικά. Προσοχή λοιπόν γιατί μετά τον Περικλή παραμονεύει ο Κλέων.

¨Αλλα λέω κι άλλα θέλω, πως να σου το πω...

Στην προηγούμενη ανάρτηση μου αναφέρθηκα κάπως φευγαλέα στον όρο “doubletalk” (“διπλή γλώσσα”), ο οποίος αποτελεί έναν αυθαίρετο συγκερασμό των όρων “newspeak” και “doublethink”. Οι τελευταίοι χρησιμοποιήθηκαν από τον George Orwell στην πασίγνωστη νουβέλλα του “1984”. Το μεν “doublethink” περιγράφει την κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο πιστεύει ταυτόχρονα δύο αντίθετες ιδέες, το δε “newspeak” είναι η επίσημη γλώσσα , η οποία εκφράζει τις ιδέες του “doublethink”. Οι σύγχρονοι αναλυτές προτιμούν τον όρο “doublespeak” για να περιγράψουν εκείνο το είδος διφορούμενης, ασαφούς και σπουδαιοφανούς γλώσσας, η οποία αποσκοπεί στην εξαπάτηση ή την δημιουργία σύγχυσης στους ακροατές της. Ο καθηγητής γλωσσολογίας William Lutz στο best seller του “Doublespeak: Why No One Knows What Anyone's Saying Anymore” προειδοποιεί πως σπάνια πρόκειται για τυχαίο λάθος αλλά μάλλον για εσκεμμένη, προμελετημένη πράξη, και ως τέτοια ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Θέλετε μερικά παραδείγματα?

Κατά την προσφιλή μου συνήθεια ξεκινώ με τον ορισμό του doublespeak κατά Lutz. Είναι παραπλανητική, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, υποτίθεται πως επικοινωνεί κάποιο νόημα, παρουσιάζει συνήθως το αρνητικό και το απαράδεκτο ως θετικό και υποφερτό, δημιουργεί μία ξεχωριστή γεωγραφία στον γλωσσολογικό χάρτη και επιπλέον μία δυσαρμονία μεταξύ του αληθινού και αυτού που ειπώθηκε από “επίσημα χείλη” ή όχι. Το doublespeak ακολούθως μπορεί να πάρει την μορφή του ευφημισμού, της εξειδικευμένης ορολογίας με την βοήθεια πομπωδών, ημι-ακαταλαβίστικων λέξεων. Παρόλο που το αναμενόμενο όργιο doublespeak εν όψει εκλογών θα μας βομβαρδίζει καθημερινά, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από τις νέα, παγκόσμια γλώσσα, η οποία μιλιέται με εξαιρετική ευφράδεια μετά την 9/11 (πάλι αυτή???). Η διάθεση μου δεν είναι επικριτική, αλλά αντίθετα αποσκοπεί στην περαιτέρω εμβάθυνση της κατανόησης του φαινομένου του doublespeak. ¨Οπως είχε πει κι ένας οικονομολόγος (!) “ ΄Ο,τι και να πεις ισχύει αν έχεις την ελευθερία να καθορίσεις τι σημαίνει η κάθε λέξη”.


H λέξη security (ασφάλεια) homeland (εσωτερική) αποτελεί μέρος του λεξιλογίου μας είτε πρόκειται για ποσά, τα οποία ξοδεύονται ανεξαρτήτως του χρώματος κινδύνου (κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο) είτε για να περιγράψει την ακόρεστη ζήτηση για σεκιουριτάδες στην Χρυσή Ευκαιρία της Τετάρτης. Ο Πρόεδρος Μπους είχε επιμείνει πως η στρατιωτική θητεία θα παραμείνει εθελοντική. Λίγο αργότερα, υπό το καθεστώς της “έκτακτης ανάγκης” εξέδωσε μία λεγόμενη διαταγή “stop-loss”, η οποία απέτρεπε αυτούς που είχαν καταταγεί και εκπληρώσει την θητεία τους να αποχωρήσουν από το στράτευμα. ¨Οχι και πολύ εθελοντικό. Η 4η προσθήκη άρθρου στο Σύνταγμα των ΗΠΑ μέσω της έκδοσης ενταλμάτων θέτει όρια στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχετικά με το δικαίωμα έρευνας και κατάσχεσης ατομικής παρουσίας. Η κυβέρνηση κατάφερε να παρακάμψει αυτήν την τροποποίηση εκδίδοντας περίπου 30.000 “National Security letters” (επιστολές εθνικής ασφάλειας) τον χρόνο, οι παραλήπτες των οποίων ήταν υποχρεωμένοι να παραδώσουν στο FBI οποιαδήποτε πληροφορία τους ζητιόταν. Αφότου το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε πως η πολιτική Μπους έναντι στους “εχθρικούς μαχητές” (energy combatants) είναι αντισυνταγματική, με αφορμή την σύλληψη του Ιρανο-Αμερικανού πρώην πεζοναύτη Cyrus Kar, o εκπρόσωπος Τύπου εισήγαγε ένα νέο είδος κρατούμενου με διαφορετικά δικαιώματα από τον “εχθρικό μαχητή” και τον ονόμασε απλά “εγκάθρεικτο επιτακτικής ασφάλειας” (imperative security internee). Επίσης συχνά σε συλλήψεις διαδηλωτών, οι αστυνομικοί δεν περιορίστηκαν σε ανάκριση (interrogation) σχετικά με την ποινικά κολάσιμη πράξη. Επειδή αποτελεί και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για ερωτήσεις, οι οποίες άπτονται κι άλλων πτυχών της ζωής του κρατούμενου, ο ευφημισμός εδώ χρησιμοποιείται προκειμένου να καλύψει τον όρο ανάκριση με την περιγραφή της διαδικασίας ως “λήψη αναφοράς” (debriefing). Για τους όρους “τρομοκρατία”. “ελευθερία” και “δημοκρατία” θα αρκεστώ να τις προσθέσω στην μακριά λίστα των εννοιών, οι οποίες μένουν συνήθως επιτηδευμένα κάπως απροσδιόριστες και ασαφείς αλλά πάντοτε φορτισμένες με έντονο συναισθηματισμό έτσι ώστε ο καθείς να προβάλλει σε αυτές ό,τι θεωρεί εκείνος ως επιθυμητό.

Αποτελεί γρίφο το σκεπτικό της αλλαγής της περιγραφής των κομμουνιστικών χωρών σε χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, όπου ως γνωστόν δεν υπήρχε πρωθυπουργός αλλά γενικός γραμματέας, δεν υπήρχε υπουργός αλλά κομισσάριος, όπως και νομενκλατούρα αντί ελίτ και σύντροφος αντί συνάδελφος. Το οικονομικό σύστημα που επικράτησε προτιμά να αποκαλείται ελεύθερη αγορά και λιγότερο συχνά καπιταλισμός. Σε αυτό το σύστημα οι απολύσεις μετονομάζονται σε περικοπες προσωπικού στα πλαίσια αναδιάρθρωσης της εκάστοτε επιχείρησης, η οποία προκειμένου να επιβιώσει καταφεύγει σε δαπάνες για δοκιμή προιόντων καθώς το λογιστικό σχέδιο δεν περιέχει ακόμα ειδικό λογαριασμό για την δωροδοκία. Με παρόμοιο σκεπτικό ακόμα και η ληστεία θα μπορούσε να περιγραφεί ως μη εξουσιοδοτημένη ανάληψη. Επιστρέφοντας στον κόσμο των επιχειρήσεων, παρατηρούμε πως όσες επιχειρήσεις παρουσιάζουν ζημιές ή μείωση κερδών (ή το πολύ-πολύ αρνητικό cash flow) συχνά συρρίκνωνονται ή προβαίνουν σε εξωτερικές αναθέσεις, οι οποίες ηχούν πολύ καλλίτερα ως downsizing ή outsourcing αντιστοίχως. Για τους εναπομείναντες υπαλλήλους, οι οποίοι περιμένουν να ανελιχθούν εντός της επιχείρησης ανακαλύπτονται ενδιάμεσοι τίτλοι οιονεί προαγωγής, οι οποίοι συνοδεύονται συνήθως από τους επιθετικούς προσδιορισμούς όπως αρχι- (“chief”)- π.χ. αρχιλογιστής-, σύμβουλος (“consultant”, “counselor”)- π.χ. σύμβουλος διακοπών- ειδικός (“specialist”) - π.χ. ειδικός κρατήσεων ή απλά manager. Aν όμως κάποιος δεν αποτελεί σημαντικό πάγιο (“asset”) αλλά η αποζημίωση για την απόλυση του παραμένει υψηλή για την επιχείρηση, η τελευταία σχεδιάζει πρακτικές επανατοποθέτησης (“outplacement”) σε άλλο κομμάτι της αγοράς εργασίας. Σε περίπτωση κατά την οποία η απόλυση συνοδεύεται και από άλλους λόγους, οι τελευταίοι είναι αυστηρά είτε προσωπικοί είτε οικογενειακοί.Σε καιρούς κρίσης όταν δεν υπάρχει ρευσότητα, οι τράπεζες κατακλύνονται από μη εξυπηρετούμενα κι όχι κακά δάνεια (“nonperforming” vs “bad loans”). Σε παρόμοιους καιρούς το κλείσιμο εργοστασίων ανακοινώνεται από τον σύμβουλο δημοσιότητας της επιχείρησης ως λήξη εργασιών ή αδράνεια επί αορίστου χρόνου.

Στην Ελλάδα η λέξη ανικανότητα αντικαθίσταται σταδιακά από την ολιγωρία. Οι διαδηλώσεις με δυναμικό βίας παρακολουθούνται από άνδρες με πολιτικά κι όχι πια από άνδρες της ασφάλειας. Το αρχαίο νόμισμα της δραχμής δεν υπέστη υποτίμηση αλλά διολίσθηση. Λίγο μετά την εισαγωγή του ευρώ, τα επιχειρησιακά κέρδη δεν ελέγχονται από το ΣΔΟΕ αλλά από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων. Οργανώσεις , οι οποίες παρουσιάζουν έντονες εσωτερικές αντιθέσεις (κοινώς φαγωμάρα), χαρακτηρίζονται πλέον ως εσωστερεφείς. Για να μην ξεχάσω και τις σπουδές μου, για τους G8 η ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί σημαντική ασύμμετρη απειλή ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωναν ευθαρσώς πως οι πυρκαγιές αποτελούν επίσης ασύμμετρη απειλή για την Ελλάδα. Συνεπεία τούτου, ελπίζουμε τελικά η αειόφορος ανάπτυξη να μας οδηγήσει σε πιο οκολογικούς ατραπούς, καθώς το χαοτικό, ακατάληπτο σχέδιο Ξενοκράτης λίγη σχέση έχει με τον ομώνυμο, συστηματικό Χαλκηδόνιο φιλόσοφο, ο οποίος πρώτος διαίρεσε τη φιλοσοφία σε διαλεκτική, φυσική και ηθική. Αλλά ας σταματήσω καλλίτερα εδώ, καθώς το θέμα με καίει... 

Τελικά κάνουν τα ράσα τον αββά?

Η σύγχρονη ζωή κατακλύζεται από παράγοντες, οι οποίοι επιθυμούν διακαώς ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο κομμάτι της καθημερινής μας προσοχής. Είτε μιλάμε για θρησκεία είτε για πολιτική, ο άνθρωπος από τότε που ομαδοποιήθηκε δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό του ασπασμού της μίας ή της άλλης ιδέας. Μιλώντας περί ιδεών διαμορφώθηκαν ιδεολογίες, από τις οποίες άλλες ξεχάστηκαν, άλλες εμπλουτίστηκαν, άλλες ευτελίστηκαν κι άλλες κυριαρχούν. Γεγονός αποτελεί πως συνεχίζουν να τραβούν την προσοχή μας είτε τυγχάνει να είμαστε θιασώτες είτε πολέμιοι της μίας ή της άλλης. Για όλες όμως έχουμε την εντύπωση πως αλλιώς ξεκίνησαν κι αλλού κατέληξαν, έχοντας απωλέσει μεγαλύτερο ή μικρότερο κομμάτι της ομοιογένειας τους. Γιατί συμβαίνει αυτό?

Αν δεχτούμε πως οι κύριοι φορείς ιδεολογίας είναι τα πολιτικά κινήματα (πριν γίνουν κόμματα/κομμάτια του πληθυσμού) και οι θρησκείες (πριν αποκτήσουν τον επίσημο χαρακτήρα θρησκευτικής οργάνωσης) παρατηρούμε πως βασίζονται σε έναν αρχικό πυρήνα ατόμων, σε μία διακήρηξη, σε ένα γραπτό, σε ηρωικές πράξεις, των οποίων η μέθεξις δημιούργησε το αυθεντικό περιεχόμενο μίας οποιαδήποτε ιδεολογίας. Ως εδώ καλά. Ο πανδαμάτωρ χρόνος όμως είναι αμείλικτος κυρίως ως προς το προσωρινό του ανθρώπινου δυναμικού της κάθε ιδεολογίας. Τότε είναι που αναλαμβάνει δράση, το στρώμα ατόμων που βρέθηκε πιο κοντά στον αρχικό πυρήνα, το οποίο στον εξωτερικό κόσμο δίνει την εντύπωση της φυσιολογικής συνέχειας της αρχικής ιδεολογίας ενώ στον μικρόκοσμο εντός ιδεολογίας όχι σπάνια χρησιμοποιείται για συνετισμό/περιθωριοποίηση πιο καινούργιων και καινοτόμων στελεχών. Αυτό το στρώμα παρά τω πυρήνα συνιστά μία ελίτ, η οποία είναι ανοιχτή στον έξω κόσμο αλλά πολύ ερμητική εντός της ιδεολογίας επί της οποίας κυριαρχεί. Αυτόκλητα συνήθως αναλαμβάνει να “εξηγήσει”/”επαναπροσδιορίσει” το αρχικό νόημα της ιδεολογίας. Εδώ αρχίζει και η σύγχυση, η οποία αποτυπώνεται με γλαφυρά σχόλια στο διαδίκτυο αλλά και σε προσωπικές κουβέντες που μιλούν για “δεξιούς που θέλουν διάλυση του κράτους”, “αριστερούς με βίλες στην Εκάλη” και “ιερείς που κοιτούν την σωτηρία της τσέπης τους”.

Το αρχικό ιδεώδες είναι πλεόν μόνο κατ΄όνομα το ίδιο, ενώ το περιεχόμενο έχει αλλάξει θεμελιωδώς. Συνδετικός κρίκος του πριν και του μετά αποτελεί κυρίως η λεγόμενη “διπλή/διφορούμενη γλώσσα” (doubletalk) , όπου τα πάντα έχουν διπλό νόημα: ένα για τους εντός ελίτ και άλλο για όλους τους υπόλοιπους . Ανεξαρτήτως πολιτεύματος η αποκωδικοποίηση της “διπλής γλώσσας” – σε αντίθεση με τα υπόλοιπα συστατικά στοιχεία της ιδεολογίας- μεταλαμπαδεύεται σχεδόν αποκλειστικά από ελίτ σε ελίτ ενώ η πλατιά μάζα των οπαδών συνεχίζει να πορεύεται με την σαγήνη που ασκεί το αρχικό νόημα της ιδεολογίας σε συνδυασμό ίσως με την αδιαόρατη υπόσχεση στα πιο “ενεργά” μέλη πως κάποτε και οι ίδιοι θα αποτελούν κομμάτι αυτής της ελίτ. Εντός της διττής σημασίας του αρχικού νοήματος, η γιγάντωση των ιδεολογιών συνάδει συχνά με την δημιουργία νέων λέξεων προκειμένου να περιγραφούν “με τον πιο βολικό τρόπο” τα κοινωνικά φαινόμενα τα οποία λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα. Είναι απορίας άξιον πως την επόμενη κιόλας μέρα προβολής του δελτίου ειδήσεων, το λεξιλόγιο μας εμπλουτίστηκε εν μία νυκτί με λέξεις όπως “διολίσθηση”, “εσωστρέφεια”, “κοινοτικό κεκτημένο” ή πιο πρόσφατα “rendition” και “αει-φόρος ανάπτυξη” (aka sustaınable development). Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο “κοινωνικά αποδεκτός” τρόπος με τον οποίο κάθε φορά η εκάστοτε ελίτ αποφασίζει να σκιαγραφήσει την καρικατούρα της αρχικής ιδεολογίας προκειμένου να γίνει πιο εύπεπτη από τις πλατιές μάζες.

Παρομοίως εξελίσσονται και οι θρησκείες, οι οποίες ως σχεδόν προαιώνιο κοινωνικό φαινόμενο αποτελούν κι έναν από τους κύριους παράγοντες διαμόρφωσης της ανθρώπινης συνείδησης. Στους οπαδούς των διαφόρων θρησκειών επιτρέψτε μου να συμπεριλάβω τους άθεους και άθρησκους, οι οποίοι μάχονται με τέτοιο (θρησκευτικό) ζήλο τις θρησκείες έτσι ώστε να ομοιάζουν κι αυτοί απλά με οπαδούς μίας άλλης θρησκείας, η οποία ευαγγελίζεται με άθεη ευλάβεια έναν επίγειο Παράδεισο χωρίς Θεό. Η μετατροπή της θρησκείας σε θρησκευτική οργάνωση συνήθως φέρει κι ένα κόστος στην ποιότητα του θρησκευτικού περιεχόμενου, αφού “αναγκάζεται” να κατέρθει στα μονοπάτια της πολιτικής ιδεολογίας προκειμένου να διατηρήσει ή και να επεκτείνει τον αρχικό πυρήνα των πιστών της. Παρομοίως με τις ιδεολογίες πολιτικής φύσης, οι αντίστοιχες θρησκευτικής φύσης επικρίνονται έντονα καθώς έχουν απομακρυνθεί από την παροχή βοήθειας στην αέναη, ανθρώπινη αναζήτηση του Θείου, προτιμούν να ορκίζονται σε γένια προφητών και να εξηγούν τα εγκόσμια χρησημοποιώντας το γνωστό “doubletalk”.

Οι πολιτικές και θρησκευτικές ιδεολογίες αποτελούν πανάρχαιες δομές του κοινωνικού ζώου, το οποίο λέγεται άνθρωπος. ¨Οσον αφορά τα εκφυλιστικά συμπτώματα των πρώτων, η πολιτιστική και η ιστορική παράδοση της κάθε χώρας μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτική. Εξαγνισμένες από εθνικιστικές μπουρδολογίες και ταξικές αγκυλώσεις, το όποιο αιώνιο μήνυμα μπορεί να φέρουν σαφώς και υπερέχει σε νοηματικό πλούτο σε σχέση με νεόκοπα, πρόσκαιρα ιδεολογήματα. ¨Οσον αφορά δε τις θρησκευτικές οργανώσεις, η χρησιμότητα τους συνίσταται στην ψυχολογική υποστήριξη που προσφέρει στους πιστούς το διαφορετικό μείγμα γνώσεως και πίστης του κάθε δόγματος. ¨Οταν αποτυγχάνουν όμως στον πνευματικό τους ρόλο κι υπόκεινται στον ίδιο κατακερματισμό, ανταγωνισμό και διαμάχες των πολιτικών ιδεολογιών θέτουν οι ίδιες τις βάσεις για την υποβάθμιση του ρόλου τους. ¨Οσο πιο αληθινή είναι μία ιδεολογία τόσο περισσότερο είναι σε θέση να προστατευθεί χρονικά από λάθη της ανθρώπινης σκέψης, τα οποία δίνουν έμβασμα στα γνωστά εκφυλιστικά φαινόμενα. Από την άλλη, όσο μεγαλύτερη η νοηματική αξία μίας ιδεολογίας, τόσο μεγαλύτερος κι ο τόπος καταφυγής που προσφέρεται σε μικρά μυαλά. Προσοχή λοιπόν στους “γενειοφόρους σχιζοειδείς φανατικούς” (όπως έλεγε κι ο Πολωνός ψυχολόγος P. Frostig χωρίς ίχνος χιούμορ!) – ακόμα κι όταν φέρουν τα δώρα κάθε πολιτικής ή θρησκευτικής ιδεολογίας. Τέτοια δώρα συνήθως δεν εμφανίζονται σε ευτυχείς καιρούς κι είναι ευπρόσδεκτα μόνο για όσους επιμένουν να ξεχωρίζουν την ιδεολογία από τον φορέα όπως την ήρα από το σιτάρι.

Ελευθερία ή Ασφάλεια? - Ιδού η απορία

Επ΄ευκαιρίας της σημερινής ημέρας σκέφτηκα πως θα ήταν ωφέλιμο να εξετασθεί αν έχει κάποια λογική βάση η προαναφερθείσα αντιστρόφως ανάλογη σχέση, η οποία αναμασάται σχεδόν παγκοσίως από πολιτικούς όλων των αποχρώσεων. Πέρα από τα αδικοχαμένα, σχεδόν 3000 θύματα της 9/11, ο απόηχος αυτού του καταστροφικού υπερθεάματος πίεσε τον πολιτικό λόγο σε όλο και λιγότερο έλλογα μονοπάτια. ¨Ενα από αυτά υποδεικνύει πως υπό την σκιά της σύγχρονης, τρομοκρατικής απειλής είναι αναγκαίο να περιορισθούν τα ατομικά μας δικαιώματα προκειμένου να καταστεί πιο αποτελεσματική η προστασία του πολίτη. Ιδού το δίλημμα λοιπόν: Ελευθερία ή ασφάλεια?

Εκ πρώτης όψεως το άνωθι ψευτοδίλημμα μοιάζει λογικό έτσι όπως τίθεται (από ποιους άραγε?). Οι λεγόμενοι προοδευτικοί τονίζουν πως τα κρατικά μέτρα ασφαλείας έχουν αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα -αν όχι πως αποσκοπούν- στην συρρίκνωση των ατομικών ελευθεριών, ενώ οι λεγόμενοι συντηρητικοί διατείνονται πως σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς η εσωτερική ασφάλεια δεν μπορεί παρά να παραβιάσει κάποιες ατομικές ελευθερίες προκειμένου οι πολίτες να χαίρουν ασφάλειας εντός των κρατικών ορίων. Η ρίζα αυτού του σκεπτικού βρίσκεται σχεδόν 4 αιώνες πριν, στις σκέψεις του πολιτικού φιλοσόφου Thomas Hobbes. Ο τελευταίος πίστευε πως οι ανθρώπινες κοινωνίες σχοινοβατούν σε ένα διηνεκές μεταξύ 2 αντιδιαμετρικών καθεστωτικών καταστάσεων, της απόλυτης ελευθερίας και της απόλυτης ασφάλειας.

Στον έναν πόλο έχουμε αυτό που οι δημοσιογράφοι για λόγους εντυπωσιασμού καλούν συχνά ως “νόμο της ζούγκλας”. Οι άνθρωποι μάχονται μέχρι τελικής πτώσης ο ένας τον άλλο με όλα τα διαθέσιμα μέσα σε έναν ατέρμονο αγώνα επιβίωσης αλλά και εξασφάλισης όσων πιο πολλών πλεονεκτημάτων προς το ζην. Το δίκαιο του ισχυρού υπαγορεύει τον νικητή, του οποίου μεν οι πράξεις δεν έχουν νομικές συνέπειες αλλά δε η νίκη του είναι συνήθως πρόσκαιρη εωσότου αρχίσει εκ νέου τον αγώνα ενάντια σε όσους τον επιβουλεύονται. Αυτή είναι η χομπεσιανή εικόνα μίας κοινωνίας όπου επικρατεί η απόλυτη ελευθερία.
Στον αντίποδα έχουμε τον απολυταρχισμό, ο οποίος έχει φορέσει πολλούς, διαφορετικούς και σχεδόν πάντα αιματοβαμμένους μανδύες “-ισμών”. Η κυβέρνηση ασκεί έλεγχο σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του πολίτη, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απειλής της καθεστηκυίας τάξης. Η τελευταία δεν πρέπει να διαταραχθεί επ΄ουδενί καθώς η διατήρηση της σημαίνει και διατήρηση της φυσιολογικής ροής των πραγμάτων άρα και των κυβερνητικών δομών, οι οποίες είναι κάθε φορά σε ισχύ. Αυτή είναι η χομπεσιανή εικόνα μίας κοινωνίας όπου επικρατεί η απόλυτη ασφάλεια.

Οι λεγόμενοι προοδευτικοί διατείνονται πως φοβούνται πιο πολύ το κράτος παρά την τρομοκρατία, οπότε δεν δέχονται να υποβάλλεται η ζωή τους σε κρατικό έλεγχο με το σκεπτικό πως η μεγαλύτερη ανάγκη για ασφάλεια συνεπάγεται λιγότερη ελευθερία για τους πολίτες. Είναι πιο πρόθυμοι να δεχτούν την αυξημένη πιθανότητα τρομοκρατικής απειλής παρά τον κρατικό έλεγχο θεωρώντας πως επιλέγουν με αυτόν τον τρόπο το μη χείρον βέλτιστον. Για τους λεγόμενους συντηρητικούς όμως το βέλτιστον είναι η αδιάκοπτη συνέχεια της ζωής σε ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο διέπει η τάξη. Η συζήτηση περί ατομικών ελευθεριών δεν τους αφορά ιδιαιτέρως αφού ακόμα και σε περίπτωση αυξημένου κρατικού ελέγχου θεωρούν εαυτούς νομοταγείς. Επειδή όμως θεωρούν πως αυξημένη ελευθερία θα συνεπάγεται και μείωση της ασφάλειας των πολιτών θεωρούν αντίστοιχα και δευτερευούσης σημασίας τις χρονοβόρες προσκολλήσεις στην τήρηση νομίμων διαδικασιών, την έκδοση ενταλμάτων και την διενέργεια ερευνών παρουσία εισαγγελέων εφόσον διακυβεύεται η ασφάλεια του κράτους.

Και οι δύο πλευρές είναι λάθος. Δεχόμενοι το όραμα του Hobbes (μάλλον ασυνείδητα), όσοι αναμασούν αυτό το ψευτοδίλημμα εξισώνουν την ελευθερία με την ασυδοσία και την ασφάλεια με τον κρατικό έλεγχο. Υπό αυτό το πρίσμα δέχονται σχεδόν αδιαμαρτύρητα πως ελευθερία και ασφάλεια είναι έννοιες αντικρουόμενες και απλά προσπαθούν να βρούν μία θέση σε αυτό το δίπολο, η οποία να είναι όσο το δυνατόν πιο ταιριαστή με την (εκάστοτε) πολιτική τους θεώρηση στο άλλοτε μοιραίο και σίγουρα παρεξηγημένο δίπολο των προοδευτικών vs συντηρητικών. Κατά μήκος αυτού του ψευτοδιλήμματος οι μεν πρώτοι εναντιώνονται ενστικτωδώς σε οποιαδήποτε μέτρα ασφάλειας μόνο και μόνο επειδή αντιτίθενται στην επέκταση της κρατικής εξουσίας, ξεχνώντας όμως την υποχρέωση κάθε κράτους να διασφαλίζει την ασφάλεια των πολιτών του. Οι δε άλλοι είναι υπέρ του δέοντος σύμμορφοι με την καταστρατήγηση συνταγματικών ελευθεριών -οι οποίες αποκτήθηκαν με κόπους- μόνο και μόνο επειδή νοιώθουν έντονη την απειλή κάποιου εξωτερικού κινδύνου, ξεχνώντας χρήσιμα διδάγματα της Ιστορίας, τα οποία υπενθυμίζουν πως τα πιο ειδεχθή κυβερνητικά εγκλήματα έχουν διαπραχθεί στον ίδιο ακριβώς βωμό.
Ο Hobbes υπονοεί σαφώς πως το ύψιστο αγαθό σε μία ανθρώπινη κοινωνία είναι η έννομος τάξη. Η τελευταία όμως δεν αποτελεί αυτή καθ΄εαυτή μία αξία από μόνη της αλλά μάλλον μία αναγκαία συνθήκη προκειμένου η κοινωνία να προχωρήσει σε επόμενα στάδια εξέλιξης. Η έννομος τάξη λοιπόν διασφαλίζει τον περιορισμό της βίας μεταξύ ατόμων και ομάδων εντός μίας κοινωνίας, προκειμένου οι συμμετέχοντες σε αυτήν πολίτες- ελεύθεροι από (φυσικούς και ηθικούς) εξαναγκασμούς - να είναι σε θέση να ορίζουν την ζωή τους όπως θέλουν (σύμφωνα με τον Kant) ή να διασφαλίζουν τα φυσικά, ανθρώπινα δικαιώματα τους (σύμφωνα με τον Locke).

Η ελευθερία, η ασφάλεια όπως και πολλές άλλες έννοιες του πολιτικού λόγου είναι (σκοπίμως και μη) αρκετά ομιχλώδεις όσον αφορά τον ορισμό τους ειδικά από τα άτομα, τα οποία τις επικαλούνται με αξιοσημείωτη συχνότητα. Στην προσπάθεια να απαντήσω λοιπόν το ερώτημα, το οποίο έθεσα στην αρχή της ανάρτησης μου, θα ακολουθήσω την εις άτοπον απαγωγή, όπως ακριβώς έπραξα όταν αποφάσισα ποια δέσμη να ακολουθήσω - με τα γνωστά επιτυχή (?!?!) αποτελέσματα.
Εν προκειμένω λοιπόν, ελευθερία σίγουρα δεν σημαίνει εξαναγκασμό. ¨Οσο λοιπόν κάποιος δρα χωρίς περιορισμό και χωρίς απειλή από τρίτους (μοιάζει να) είναι ελεύθερος - ως πολίτης τουλάχιστον. Ο εξαναγκασμός στερεί από τον πολίτη το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Δηλαδή, το δικαίωμα κάποιος να διαθέτει την ενέργεια, τις προσπάθειες και τις σκέψεις του κατά το δοκούν. Με αυτόν τον τρόπο ο πολίτης νοιώθει ασφάλεια καθώς νοιώθει πως έχει στα χέρια τα ηνία της ζωής του (η οποία -για να μην ξεχνιόμαστε- αποτελεί και το ύψιστο αγαθό). Στερώντας του λοιπόν το δικαίωμα αυτό λόγω κάποιου είδους εξαναγκασμού, αυτομάτως χάνει τον έλεγχο της ζωής του άρα και κάθε είδους ασφάλεια που απορρέει από αυτό το συναίσθημα. Επειδή όμως είπαμε πως ελευθερία και εξαναγκασμός όπως και ασφάλεια και εξαναγκασμός είναι ανά δύο έννοιες αντίθετες, καταφέραμε να αποδείξουμε με την βοήθεια της λογικής κάτι τι οποίο κοντεύουμε να ξεχάσουμε. Ελευθερία και ασφάλεια όχι μόνο δεν είναι έννοιες αντίθετες αλλά συμπληρωματικές. Σε πολιτικό επίπεδο δεν νοείται ελευθερία χωρίς ασφάλεια αλλά και το αντίθετο.

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Σπουδές Διοίκησης Επιχειρήσεων στην ΑΣΟΕΕ, 7 χρόνια εργασίας στο εξωτερικό σε Compaq, Siemens (ωχ), Romtelecom, Αrmentel (διπλό ωχ). Τραυματισμένος από την παρουσία μου στις ΗΠΑ την 9/11 και αργότερα κοντά στον τυφώνα Κατρίνα ακολούθησε λυτρωτικό μεταπτυχιακό στην Διεθνή Ασφάλεια στο American Military University και τελικώς επιστροφή στα πάτρια εδάφη. Επί του παρόντος αναλυτής στο ΙΣΤΑΜΕ, αρθρογράφος στο Hellenic Nexus και τεμπέλης blogger.
"Though seeing, they do not see;
though hearing, they do not hear or understand...
...You will be ever hearing but never understanding;
you will be ever seeing but never perceiving".

Matthew 13:13-14